Vevilos
Δρόμος (Dromos)
[Verse 1]
Βρήκα απόψε το μυαλό μου ατημέλητο
Λίγο χαμένο, καμένο και ρακένδυτο
Έτσι κι αλλιώς ήμουν επαίτης στην Αθήνα στον υπόγειο
Πριν χρόνια κι είχα δικιά μου την υδρόγειο
Συνήθισα από την πρέζα να χάνω το τακίμι μου
Να φέγγουν τα φανάρια από την πρύμνη μου
Ν’ αλλάζω διευθύνσεις και ονόματα
Να καίω τα δάχτυλά μου να μην βρουν αποτυπώματα
Να ψάχνω την εφηβεία μου μέσα στη βούτα
Κι όταν δεν είχα πού να κοιμηθώ έβρισκα κούτα
Έτρωγα απ’ το συσσίτιο στην πλατεία Ωδείου
Κι έκανα νταλαβέρια στη Σταδίου
Τρυπούσα κι έρεβα, πεινούσα κι έκλεβα
Έμπαινα σπίτι μου στη μάνα μου και την μακέλευα
Έκανα μπούκες απ’ τη Χασιά ως το Κρανίδι
Και τ’ ακούμπαγα μετά σε Γύφτους στο Μενίδι
Άνοιγα κάβες, σούπερ μάρκετ, φαρμακεία
Έκλεβα τσάντες, κινητά, έμπαινα σε γραφεία
Μ’ έχουν συλλάβει σ’ όλης της γης τα πέρατα
Πού μένεις πες μου να σου πω πού παίζουν κέρατα
Μα δε γαμιέται πλήρωσα τα λάθη μου
Μπόρεσα και σηκώθηκα απ’ τη στάχτη μου
Έτσι κι αλλιώς όσο θα υπάρχει ο νόμος
Πάντα θα βρίσκεται μπροστά του και ο δρόμος
Έχω μπροστά μου μια σελίδα που λέει για το δρόμο
Στο μαύρο μου βιβλίο σκαλισμένη
Γράφει γι’ αλητείες, κρυφτούλι με τον νόμο
Και κανείς δεν μου την έχει χαρισμένη
Έχω μπροστά μου μια σελίδα που λέει
Μπερδεμένα τα πιο παράξενά μου
Και τελικά ο δρόμος λες να ‘ναι αυτός που φταίει
Ή τα ντουμάνια που ‘πινα και η ψυχασθένειά μου;

Βρήκα απόψε το μυαλό μου ετοιμόρροπο
Μα δε γαμιέται εγώ θα κάτσω εδώ στον ημιόροφο
Εδώ που οι σειρήνες ουρλιάζουν σαν τρελές
Και κατοικούν στοιχειά και δαίμονες απ’ όλες τις φυλές
Φοράω τα καλά μου ενώπιόν σας
Κι ας ξέρω για όλους, δικαστές μου, το ποιόν σας
Δεν υπογράφω στον δημόσιο κατήγορο
Δε θέλω μάρτυρες ούτε συνήγορο
Έχω στα χέρια και το ξύλο και τους ήλους μου
Και πρώτα απ’ όλα φυλάγομαι απ’ τους φίλους μου
Δεύτερον δείχνω δυνατός και ας μην είμαι στα καλά μου
Τρίτον στέκομαι στα πόδια μου κι όχι στα γόνατά μου
Τέταρτον ξέρω να μιλάω και να επεμβαίνω
Πέμπτο έμαθα να σωπαίνω
Έκτο κι επειδή έκατσα χρόνια στο κελί
Φροντίζω τη συνείδησή μου να κρατάω αρτιμελή
Έβδομο το γαμημένο
Εγώ γνωρίζω από πού έρχομαι και πού πηγαίνω
Όγδοο εν συντομία
Να μην περάσεις την ευγένειά μου γι’ αδυναμία
Ένατο το σεβασμό μου και αν φταίω
Γιατί είδα ότι πολλοί στραβοκοιτάγατε
Στο δέκατο είμαι υπεύθυνος γι’ αυτά που λέω
Κι όχι γι’ αυτά που τάχα καταλάβατε
Έχω μπροστά μου μια σελίδα που λέει για το δρόμο
Στο μαύρο μου βιβλίο σκαλισμένη
Γράφει γι’ αλητείες, κρυφτούλι με τον νόμο
Και κανείς δεν μου την έχει χαρισμένη
Έχω μπροστά μου μια σελίδα που λέει
Μπερδεμένα τα πιο παράξενά μου
Και τελικά ο δρόμος λες να ‘ναι αυτός που φταίει
Ή τα ντουμάνια που ‘πινα και η ψυχασθένειά μου;